Με την υπ’ αρ. 1152/2023 Απόφασή του, το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης, απέρριψε τον προταθέντα από τους κατηγορούμενους ισχυρισμό περί πλήρους ικανοποίησης των παθόντων. Συγκεκριμένα, οι κατηγορούμενοι για τα αδικήματα της συμμορίας και της διακεκριμένης κλοπής κατ’ εξακολούθηση, αποζημίωσαν άμεσα τα θύματά τους και ζήτησαν ενώπιον του δικαστηρίου την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 381 παρ. 3 του Ποινικού Κώδικα. Σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη, «εάν ο υπαίτιος των εγκλημάτων που προβλέπονται στα άρθρα 372 έως 378 (μεταξύ των οποίων και η διακεκριμένη περίπτωση κλοπής κατ’ άρθρο 374) μέχρι την αμετάκλητη παραπομπή του στο ακροατήριο αποδώσει το πράγμα ή ικανοποιήσει εντελώς τον ζημιωθέντα, χωρίς παράνομη βλάβη τρίτου, καταβάλλοντος την αξία του, απαλλάσσεται από κάθε ποινή εφόσον πληρώσει επιπλέον τους τόκους υπερημερίας από την ημέρα τέλεσης του εγκλήματος».
Το δικαστήριο, μετά από όμοια πρόταση του Εισαγγελέα της έδρας έκρινε ότι «η αποκατάσταση στην οποία προβαίνει ο δράστης δεν πρέπει να έχει καταστεί δυνατή μέσω διαπράξεως άλλων εγκλημάτων, ούτε μέσω του εγκληματικού προϊόντος αυτών, που δείχνει να προσομοιάζει σε επιχειρηματικό κεφάλαιο πλην όμως προορίζεται για την αποφυγή της ποινικής τιμωρίας».
Στην προκειμένη περίπτωση, προέκυψε, σύμφωνα με την κρίση του δικαστηρίου ότι οι κατηγορούμενοι, ευκαιριακά απασχολούμενοι σε διάφορες εργασίες, όπως άλλωστε οι οικείοι τους, μπόρεσαν ευχερέστατα να καταβάλλουν μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα χρηματικό ποσό άνω των 30.000 € προκειμένου να επικαλεσθούν, όπως και έπραξαν, την ευεργετική διάταξη του άρθρου 381 παρ. 3 ΠΚ. Τούτο επέτυχαν «αξιοποιώντας» το εγκληματικό προϊόν προγενέστερων ομοειδών εγκληματικών συμπεριφορών στις οποίες επιδίδονται, όντες μέλη της αυτής οικογένειας, συνδεόμενοι με στενούς δεσμούς εξ αίματος συγγένειας, και σε κανένα σημείο της αποδεικτικής διαδικασίας δεν μπόρεσαν να προσδιορίσουν επαρκώς την προέλευση του ανωτέρω ιδιαιτέρως υψηλού ποσού, επικαλούμενοι, όλως αορίστως, την συνδρομή τρίτων προσώπων του οικογενειακού τους περιβάλλοντος τα οποία δήθεν τους δανειοδότησαν αφειδώς. Επομένως, ο ισχυρισμός των κατηγορουμένων περί εφαρμογής του άρθρου 381 παρ.3 ΠΚ είναι απορριπτέος διότι η όποια «αποκατάσταση» της ζημίας προκλήθηκε μέσω παράνομης βλάβης τρίτων προσώπων, τα οποία ασφαλώς δεν είναι αναγκαίο να προσδιορίζονται ονομαστικά, αρκούσης της κρίσεως ότι έχουν διαπραχθεί από τους κατηγορουμένους εγκλήματα εις βάρος τρίτων, τα οποία σώρευσαν παράνομα περιουσιακά οφέλη τα οποία χρησιμοποιούνται για την αποφυγή της προβλεπόμενης από τον νόμο τιμωρίας.
Με βάση όλα τα ανωτέρω, το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης απέρριψε τον ισχυρισμό περί απαλλαγής των κατηγορουμένων από την κατηγορία της διακεκριμένης κλοπής λόγω ικανοποίησης των παθόντων και έκρινε ένοχους όλους τους κατηγορουμένους για την ανωτέρω πράξη.