Η αξίωση αποζημιώσεως, εξαιτίας αυτοκινητικού ατυχήματος, κατά το οποίο προκαλείται βλάβη σε πρόσωπα ή πράγματα, μπορεί να στηριχθεί τόσο στην ΑΚ 914, όσο και στο νόμο ΓπΝ’/1911. Οι προϋποθέσεις ευθύνης καθεμιάς ρυθμίσεως είναι διαφορετικές. Η πρώτη προϋποθέτει πταίσμα, όχι όμως και η άλλη, με την οποία καθιερώνεται ειδική ευθύνη του ιδιοκτήτη, του κατόχου και του οδηγού αυτοκινήτου για τις ζημίες που προκαλούνται σε τρίτους κατά την λειτουργία του (αυτοκινητικό ατύχημα), ήτοι ευθύνη από διακινδύνευση, ανεξάρτητη από το πταίσμα (γνήσια αντικειμενική ευθύνη).
Από τις διατάξεις των άρθρων 10 του Ν. ΓΠΝ/1911, 297, 300,330 και 914 ΑΚ προκύπτει, ότι απαραίτητη προϋπόθεση της ευθύνης προς αποζημίωση σε περίπτωση τροχαίου ατυχήματος, είναι η υπαιτιότητα του οδηγού του αυτοκινήτου που προκάλεσε τη ζημία καθώς και η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της πράξεως ή παραλείψεως του οδηγού, από τις οποίες προκλήθηκε η ζημία, η ύπαρξη δε της υπαιτιότητας δεν αποκλείεται καταρχήν από το γεγονός, ότι στο αποτέλεσμα της βλάβης που προκλήθηκε, συνετέλεσε και συνυπαιτιότητα του ζημιωθέντος, εφόσον δεν διακόπτεται ο αιτιώδης σύνδεσμος.
Με το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος, όπως αυτό ισχύει μετά την αναθεώρησή του με το από 6/17-4-2001 Ψήφισμα της Ζ’ Αναθεωρητικής Βουλής, ορίζεται ότι "οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας".
Στην περίπτωση ατυχήματος, από το οποίο προέκυψε αναπηρία ή παραμόρφωση του εμπλεκόμενου, αποτέλεσμα της οποίας είναι η άμεση επίδραση στο μέλλον του, πέρα από την αποζημίωση που δικαιούται ο παθών για την αδικοπραξία, του επιδικάζεται ένα επιπλέον κονδύλιο. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το ΑΚ 931 του ΑΚ «η αναπηρία ή η παραμόρφωση, που προξενήθηκε στον παθόντα, λαμβάνεται υπόψη κατά την επιδίκαση της αποζημίωσης, αν επιδρά στο μέλλον του».
Στην συγκεκριμένη απόφαση, εξετάστηκε το ζήτημα, κατά πόσο φέρει ευθύνη η ασφαλιστική εταιρεία για ατύχημα που προκάλεσε με υπαιτιότητά του ασφαλισμένος σε αυτή οδηγός. Σημαντικό ρόλο στην τελική απόφαση του δικαστηρίου διαδραμάτισε το γεγονός, ότι ο οδηγός του οχήματος δεν διέθετε άδεια ικανότητας οδηγήσεως για την κατηγορία οχήματος που οδηγούσε. Συνεπώς κρίθηκε ότι συντρέχει εξαίρεση από την ασφαλιστική κάλυψη και μάλιστα ανεξάρτητα έαν η έλλειψη άδειας καθαυτή αποτέλεσε την αιτία πρόκλησης του ατυχήματος.
Στην εν λόγω απόφαση το Δικαστήριο, εξέτασε πρόσκρουση μεταξύ σταθμευμένου οχήματος και μοτοσυκλέτας. Αναλυτικότερα, το όχημα ΙΧ βρίσκονταν σε οδό ταχείας κυκλοφορίας και μάλιστα στην αριστερή λωρίδα αυτής, ακινητοποιημένο εξαιτίας σκασμένου λάστιχου. Η μοτοσυκλέτα διερχόμενη προσέκρουσε στο σταθμευμένο όχημα, με αποτέλεσμα το θάνατο του οδηγού.
Στις περιπτώσεις αυτοκινητικών ατυχημάτων, αποκαθίστανται αποκλειστικά οι ζημίες που προέκυψαν ως συνέπεια του ατυχήματος. Μάλιστα, σε αυτοκίνητα μεγάλης παλαιότητας είναι δυνατό να υπολογιστούν για την αποζημίωση, μεταχειρισμένα ανταλλακτικά. Περεταίρω, στην περίπτωση συνυπαιτιότητας στην πρόκληση του ατυχήματος το ποσό της αποζημίωσης μειώνεται αναλόγως, κατά το βαθμό υπαιτιότητας εκάστου δικαιούχου.
Στην απόφαση εξετάζεται η περίπτωση, κατά την οποία οδηγός λεωφορείου προσέκρουσε σε έτερο όχημα, το οποίο βρίσκονταν σταθμευμένο στη Λωρίδα Έκτακτης Ανάγκης (ΛΕΑ), με το ένα του μέρος να εισέρχεται εντός της δεξιάς λωρίδας. Συνέπεια τούτου, ήταν η πρόσκρουση του λεωφορείου , που κινούνταν επί της δεξιάς λωρίδας, στο μέρος του οχήματος που εξερχόταν της (ΛΕΑ) και ο τραυματισμός ορισμένων επιβατών. Το δικαστήριο με την απόφαση του έκρινε, λοτι η παράβαση των διατάξεων του Κ.Ο.Κ, εν προκειμένω η επικίνδυνη στάθμευση, δεν θεμελιώνει καθαυτή υπαιτιότητα στην επέλευση του ατυχήματος.
Κατά το άρθρο 928 εδ. α του Α.Κ., σε περίπτωση θανατώσεως προσώπου ο υπόχρεος οφείλει να καταβάλει τα νοσήλεια και τα έξοδα κηδείας σ` εκείνον που κατά νόμο βαρύνεται με αυτά.
Από τις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 300, 330 εδ β` και 914 ΑΚ συνάγεται, ότι η αδικοπρακτική ευθύνη προς αποζημίωση προϋποθέτει συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια, επέλευση ζημίας και αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ της συμπεριφοράς του δράστη και της ζημίας.
Παράνομη είναι η συμπεριφορά που αντίκειται σε απαγορευτικό ή επιτακτικό κανόνα δικαίου, ο οποίος απονέμει δικαίωμα ή προστατεύει συγκεκριμένο συμφέρον του ζημιωθέντος, μπορεί δε η συμπεριφορά αυτή να συνίσταται σε θετική ενέργεια ή σε παράλειψη ορισμένης ενέργειας.
Our firm has an excellent reputation and is known for providing quality, individualized service and attention to clients needing services. Our team members are specialized in different fields of law. Do not hesitate to contact us and we will redirect you to the most suitable lawyer taking into account the nature of your case.